Τα adventures έχουν το σταθερό φανατικό τους κοινό που μέρα με την μέρα αυξάνεται, αργά αλλά σταθερά. Τα turn-based strategies έχουν ένα μικρό ξεσπασματάκι τελευταία, είναι αυτό που λέμε της μοδός. Όσο για τα rpgs, μια μόνο ματιά στα τελευταία χρόνια μαρτυρά την επιτυχία που απολαμβάνουν, δεν είναι τυχαίο πως η πλειοψηφία των κυκλοφοριών πλέον δανείζεται μηχανισμούς από την εν λόγω κατηγορία. Όσοι έχουν παίξει το εξαιρετικό The Banner Saga έχουν ήδη καταλάβει ότι θέλω να καταλήξω στο πόσο αρμονικά συνδυάζει τα τρία αυτά είδη. Το έπος συνεχίζεται στο sequel, πρώτα όμως ας δούμε κατά πόσο είναι αντάξιο του προκατόχου του.
Στην εκκίνηση
Εδώ και μήνες γνωρίζαμε ότι θα έχουμε την επιλογή να φορτώσουμε το τελικό μας save από το πρώτο μέρος της σειράς στο The Banner Saga 2. Στο PC, όπου και δοκιμάστηκε για το παρόν review, αυτό μπορεί να γίνει αυτόματα ή manually αν υπάρχουν ακόμη στο σύστημά σου από προηγούμενο playthrough. Αν δεν υπάρχουν διαλέγεις μεταξύ δύο default επιλογών που αφορούν τις επιλογές που έκανες προς το τέλος του πρώτου μέρους.
Στην περίπτωση που φορτώσεις την πρόοδο που είχες κάνει στο προηγούμενο θα παρατηρήσεις ότι όσοι χαρακτήρες ήταν κάτω του minimum,για το δεύτερο μέρος, rank 3 ανέβηκαν αυτόματα σε αυτό, έτσι έχεις και τα ανάλογα points για να ξοδέψεις σε στατιστικά.
Δεν χρειάζεται να αναφέρω πως η ατμόσφαιρα, το art direction και οι εξαιρετικές μελωδίες που σημάδεψαν το πρώτο παιχνίδι διατηρούν τα ίδια υψηλά standarts και στο δεύτερο (αν όχι καλύτερα), αλλά μόλις το έκανα!
Αρχικά είναι λες και το πρώτο μέρος δεν τελείωσε ποτέ και αυτή η αίσθηση ενισχύεται σημαντικά αν το τελείωσες πρόσφατα. Όλα θα σου φανούν υπερβολικά οικεία, τουλάχιστον μέχρι να αρχίσεις να διακρίνεις τις αλλαγές και προσθήκες σε λεπτομέρειες εδώ κι εκεί.
Επί της πορείας
Αυτό που κυνηγάς διαρκώς είναι το renown το οποίο κερδίζεις μέσω μαχών, κρίσιμων αποφάσεων και εκμάθησης νέων τακτικών στο training. Με λίγα λόγια είναι αυτό που οι περισσότεροι γνωρίζουν ως XP. Σε βοηθά να ανεβάζεις ranks τους χαρακτήρες καθώς και να αγοράζεις αντικείμενα και προμήθειες.
Ανεβαίνοντας ranks οι χαρακτήρες αποκτούν επιπλέον skills ενώ σε πολλές περιπτώσεις θα έχεις να επιλέξεις μεταξύ δύο. Έχουν προστεθεί skills που δεν υπήρχαν στο πρώτο της σειράς κάτι που ανεβάζει το επίπεδο της τακτικής του ήδη εξαιρετικού συστήματος μάχης προσφέροντας νέους τρόπους αντιμετώπισης καταστάσεων και φυσικά πολύ περισσότερους συνδυασμούς μεταξύ των ικανοτήτων του κάθε χαρακτήρα.
Νέοι τύποι εχθρών με διαφορετικές ικανότητες και μερικές εναλλακτικές καταστάσεις προσθέτουν μπόλικο πιπεράκι ακόμη κατά την διάρκεια των μαχών. Από την άλλη οι μάχες μεγάλης έκτασης, των οποίων η έκβαση έφερνε και τις ανάλογες καθοριστικές συνέπειες, είναι σημαντικά λιγότερες από το πρώτο μέρος.
Ένα ακόμη σημαντικό στοιχείο στις μάχες, αν και κάπως πιο “αόρατο” από τα προηγούμενα, είναι το morale. Αυτό χειροτερεύει όσο περνάνε οι μέρες χωρίς ξεκούραση και βελτιώνεται όσο ξαποσταίνεις ενώ επίσης επηρεάζεται από τις αποφάσεις και την έλλειψη προμηθειών. Το αντίκτυπο είναι απλό αλλά σημαντικό καθώς μπουστάρει ή αντίστοιχα ρίχνει τα στατιστικά των χαρακτήρων.
Λίγο πριν κοπεί το νήμα
Στο βασικό μενού είναι διαθέσιμο ένα recap video το οποίο δείχνει τα τεκταινόμενα του πρώτου μέρους εν συντομία. Πολύ χρήσιμο για να φρεσκάρεις την μνήμη σου, μακάρι να το έκαναν πράξη όλοι οι developers σε sequels. Φυσικά δεν θα υποστηρίξω πως με αυτό μπορείς άνετα να παίξεις χωρίς να έχεις τελειώσει το προηγούμενο καθώς είμαι κάθετα ενάντιος με τέτοιες πρακτικές και ιδιαίτερα στην συγκεκριμένη περίπτωση, όπου πρέπει να βιώσεις για να καταλάβεις, είναι πέρα για πέρα απαγορευτικό. Ασφαλώς και μπορείς να το κάνεις αλλά όχι χωρίς να διαπράττεις κακούργημα και υπέρτατη αμαρτία.
Το σενάριο συνεχίζει αμέσως μετά το τέλος του προηγούμενου δίνοντας αρχικά την ίδια αίσθηση απελπισμένης επικούρας. Δυστυχώς στην πορεία χάνει την τέλεια εκείνη αρμονία εναλλαγών διάθεσης και συναισθημάτων για αρκετούς λόγους. Καταρχήν συστήνει σε σύντομο χρονικό διάστημα πολλούς νέους χαρακτήρες με αποτέλεσμα να μην καταφέρνει να εμβαθύνει αρκετά έστω σε κάποιους.
Στο πρώτο Saga ο ρυθμός εναλλαγών καταστάσεων αγγίζει την τελειότητα. Ανάμεσα στις μάχες, τους διαλόγους και τις σημαντικές αποφάσεις υπήρχαν στιγμές όπου για μέρες απλώς παρατηρούσες το καραβάνι να ταξιδεύει δίνοντας σου χρόνο να αναλογιστείς τα τεκταινόμενα, να θαυμάσεις το σκηνικό αλλά και να κατασκηνώσεις όποτε σου κάνει κέφι. Στο δεύτερο μέρος έχεις συνεχώς κάτι να κάνεις. Εκεί λοιπόν που ανά διαστήματα ηθελημένα έπεφτε ο ρυθμός τώρα κάθε ημέρα σκάνε τουλάχιστον τρία σκηνικά είτε είναι μάχες είτε οτιδήποτε άλλο. Σίγουρα η Stoic είχε καλές προθέσεις και συνήθως είναι κακό να κατακρίνεις όταν σου προσφέρεται παραπάνω υλικό, όμως σε αυτή την περίπτωση λειτουργεί περισσότερο αρνητικά. Εξάλλου δεν θεωρώ πως είναι δύσκολο να προσθέσεις και να μοιράσεις δέκα κενές ημέρες ακόμη.
Επίσης συμβάλει αρνητικά το ότι πλέον δεν χρειάζεται να ανησυχείς για τις προμήθειες. Στο προηγούμενο οι αποφάσεις σου απαιτούσαν θυσίες, εδώ δεν φαίνεται πως αυτές οι θυσίες συμπεριλαμβάνουν και την ποσότητα προμηθειών. Είναι ιδιαίτερα δύσκολο να ξεμείνεις κι έτσι χάνεται σε μεγάλο βαθμό αυτή η αίσθηση απελπισίας και ευθύνης απέναντι στον λαό που σε ακολουθεί.
Εδώ ήθελα να πω λίγα λόγια για το τέλος του και την κάθαρση που σου έδινε στο πρώτο μέρος, για αποφυγή spoilers όμως θα το αφήσω να το ανακαλύψεις μόνος σου γιατί γνωρίζω πως για πολλούς έστω και κάποιες αόριστες αναφορές μπορεί να είναι καταστροφικές για την εμπειρία τους.
Στο βάθρο
Το ξέρω πως φάνηκα ιδιαίτερα αρνητικός και κάτι τέτοιο θα το αδικούσε σε μεγάλο βαθμό. Το πρόβλημα είναι πως το πρώτο μέρος έθεσε τόσο υψηλά τον πήχη που, όσο κι αν θέλαμε, το δεύτερο ήταν σχεδόν αδύνατο να το φτάσει. Το The Banner Saga 2 λοιπόν είναι ένα πάρα πολύ καλό παιχνίδι που κάποιες αστοχίες το καθιστούν απλώς κατώτερο από τον προκάτοχό του. Πρόκειται για το σύνδρομο που γνωρίζουμε από τα Dark Souls αλλά κι ένα σωρό ακόμη παραδείγματα. Ο χρυσός από την πλατίνα έχουν μεγάλη απόσταση που κρίνεται σε λεπτομέρειες, όμως και πάλι παραμένει χρυσός.